Υπερβάλλοντα ζήλο επέδειξε η λιμενική αρχή στην Χίο όταν 53 αιτούντες άσυλο εισήλθαν στον χώρο του λιμεναρχείου προκειμένου να υποβάλουν την σχετική αίτηση, αλλά οι λιμενικοί υπάλληλοι αντ’ αυτού τους επέβαλλαν πρόστιμο 5.000 ευρώ επειδή δεν τηρούσαν τις προϋποθέσεις εισόδου για τον περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού. Το ζήτημα απασχόλησε τον Συνήγορο του Πολίτη, καθώς τίθεται το ερώτημα για το ποια είναι τα όρια μεταξύ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Από την μια έχουμε το δικαίωμα αίτησης ασύλου και από την άλλη την προστασία της δημόσιας υγείας. Αυτά τα δυο δικαιώματα που υπάγονται στα ανθρώπινα δικαιώματα μπορούν να μπουν τελικά στη ζυγαριά ή όχι;
Την απάντηση δίνει ο Συνήγορος του Πολίτη (ΣτΠ), ο οποίος μετά από πέντε καταγγελίες από ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στη Χίο για την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου 2021, διερεύνησε την υπόθεση ζητώντας εξηγήσεις από την Λιμενική Αρχή για την αιτιολόγηση της απόφασής της, αλλά και από το Αρχηγείο Λιμενικού Σώματος.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον ΣτΠ οι αιτούντες άσυλο «δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της ΚΥΑ», αφού «εξ αρχής εξέφρασαν την επιθυμία τους να καταθέσουν ενώπιον αρμόδιας αρχής αίτηση χορήγησης διεθνούς προστασίας (δήλωση βούλησης ασύλου)» και «πλέον κάποιοι εξ αυτών είναι ήδη αναγνωρισμένοι πρόσφυγες».
Με αυτά τα δεδομένα, ο ΣτΠ επικαλείται τη Συνθήκη της Γενεύης υπογραμμίζοντας ότι σύμφωνα με αυτήν «δεν επιβάλλονται ποινικές κυρώσεις σε άτομα τα οποία εισέρχονται στη χώρα αιτούντα διεθνή προστασία και προβλέπεται η προστασία των ατόμων αυτών, προκειμένου να ασκήσουν το θεμελιώδες δικαίωμά τους να αιτηθούν άσυλο».
Ακολούθως, ο ΣτΠ επικαλείται τις Οδηγίες της Ε.Ε. προς τις αρμόδιες υπηρεσίες των Κρατών-Μελών σύμφωνα με τις οποίες «κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης, τα μέτρα προστασία της δημόσιας υγείας δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να περιορίζουν την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πέραν του βαθμού που κρίνεται αναγκαίος βάσει της αρχής της αναλογικότητας, πολύ δε περισσότερο να θέτουν πρόσθετα εμπόδια στην πρόσβαση στο σύστημα παροχής διεθνούς προστασίας».
Με βάση αυτά τα δεδομένα, ο ΣτΠ υποστηρίζει ότι «η επιβολή προστίμου και το ύψους αυτού δεν προβλέπονται σε γενικό άρθρο της ΚΥΑ αλλά για συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις οποίες ουδόλως εμπίπτουν τα συγκεκριμένα άτομα». Παράλληλα, ο ΣτΠ επισημαίνει ότι «η αναμφίβολη ανάγκη λήψης μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας καλύπτεται από τον υγειονομικό περιορισμό (καραντίνα) που λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένο μέρος». Συνεπώς, ο ΣτΠ υπογραμμίζει την αναγκαιότητα, να υπάρξει «ενιαία πρακτική της Δημόσιας Διοίκησης», δεδομένου ότι «τα ίδια πρόστιμα που είχαν επιβληθεί από την Ελληνική Αστυνομία εν τέλει ακυρώθηκαν».
Ωστόσο, η Λιμενική Αρχή Χίου δεν εισάκουσε την παρέμβαση του ΣτΠ και δεν προχώρησε στην ακύρωση των εν λόγω προστίμων.
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Η ΑΥΓΗ”
Discussion about this post