«Αυτό εδώ ήταν το μανάβικο της πλατείας μας, της πλατείας Βαρυμπόμπης… Κάηκε και αυτό! Καταστράφηκε! Μόνο δυο καφάσια με πατάτες έχουν μείνει. Και λίγο πιο δίπλα στο τραπεζάκι του μανάβη έχει μείνει ο ημεροδείκτης του και αυτός είναι γυρισμένος σε κενές σελίδες. Φαίνεται θα τον άφησε και θα έφυγε…», λέει με απογοήτευση η Αναστασία που μας ξεναγεί στις αναμνήσεις της γειτονίας της.
Και ακριβώς δίπλα το στέκι της… «Στο Κούκο μαζευόμασταν τα απογεύματα, τα βράδια, ακούγαμε ζωντανή μουσική από πολύ ωραία, μικρά συγκροτήματα. Το χειμώνα είχε την ζεστασιά του ο χώρος με τον μαγαζάτορα να μας περιμένει πάντα χαμογελαστός και κοιτάζαμε να βρούμε θέση στο ένα από δυο τα τζάκια… Τα βράδια του καλοκαιριού εδώ είχε δροσιά όχι όπως στην Αθήνα που βράζει ο τόπος», λέει η Αναστασία με τον ίδιο πόνο στη φωνή και συνεχίζει την ξενάγηση κοιτώντας ταυτόχρονα τα θρυμματισμένα κεραμίδια της σκεπής που έχουν κατακλύσει το δάπεδο και τα ξύλινα υποστυλώματα που έχουν φαγωθεί από την φωτιά και απλώς στέκουν για να θυμίζουν τι υπήρχε πριν τις στάχτες…
Οι αναμνήσεις της Αναστασίας από την πλατεία Βαρυμπόμπης ήρθαν να συνοδευτούν από μια πρώτη βοήθεια που παρείχαν σε εθελοντικές ομάδες μέλη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (Ν. Αθανασίου, Κ. Ζαχαριάδης, Γ. Κατρούγκαλος, Π. Σκουρολιάκος, Χρ. Σπίρτζης) το πρωί της Κυριακής που άφησαν φιάλες εμφιαλωμένων νερών, τρόφιμα και φαρμακευτικά είδη προκειμένου να δείξουν την αλληλεγγύη τους στους ανθρώπους που δοκιμάζονται.
Οι αναμνήσεις των κατοίκων που συνόδευαν όλη την διαδρομή, καθώς μας έδειχναν τα σπίτια των φίλων τους ή σημεία που ήταν πολύ ξεχωριστά για τους ίδιους μέσα σε ρεματιές που αναζητούσαν δροσιά το καλοκαίρι και η φύση ήταν ζωντανή και ηχούσε την ομορφιά της. Κι όμως η όψη των μαύρων κορμών που απλώς στέκονταν ολόρθοι ήταν πιο αποκρουστική και από τον θάνατο της φύσης. Η αισιοδοξία ερχόταν από κάποια δέντρα που στο διάβα της φωτιάς σώθηκαν, όμως το έδαφος είναι κατεστραμμένο και η ζωή τους μπορεί να είναι λίγη.
Συνεχίζοντας το οδοιπορικό προς τον δήμο Ωρωπού η εικόνα δεν ήταν μόνον αποκαρδιωτική. Ήταν ο τελευταίος πνεύμονας της Αττικής που καταστράφηκε, ιδίως από την στιγμή, εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, που η φωτιά πέρασε στο ύψος των διοδίων Αφιδνών από την βορειοανατολική πλευρά στην νοτιοανατολική με κατεύθυνση προς Καπανδρίτι, Αγ. Στέφανο και Λίμνη του Μαραθώνα… Κι ας μην ξεχνούμε ότι η αναζωπύρωση του μεσημεριού της Πέμπτης κατέστρεψε τμήμα τους δασώδους ορεινού όγκου της δημοτικής ενότητας Αφιδνών και Ωρωπού, δηλαδή τις Αφίδνες, την Ιπποκράτειο Πολιτεία, τα Κιούρκα και πέρασε και στην απέναντι πλευρά της Εθνικής Οδού καταστρέφοντας τμήμα του Ωρωπού, ενώ η φωτιά σταμάτησε το μεσημέρι του Σαββάτου μετά από συστηματικές ρίψεις των εναερίων μέσων στην πευκόφυτη πλευρά της Μαλακάσας.
«Από το μεσημέρι της Πέμπτης ζούσαμε το δεύτερο κύμα της φωτιάς στην περιοχή μας και ανατρίχιαζα όταν το έβλεπα! Γιατί η επέκταση της φωτιάς μπορούσε να είχε αποφευχθεί!», είπε σε κατηγορηματικό τόνο ο Γιάννης Δήμας, αντιδήμαρχος Ωρωπού για θέματα Πολιτικής Προστασίας κατά την συνάντησή του την Κυριακή με βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο πνεύμα, ο πρόεδρος της δημοτικής ενότητας Αφιδνών και εθελοντής δασοπυροσβέστης, Ανδρέας Θεοδωρακόπουλος χαρακτήρισε «απελπιστική» την επιχειρησιακή κατάσταση της Πυροσβεστικής, γιατί όπως είπε: «Κατέβαιναν πυροσβεστικά οχήματα από την Αλεξανδρούπολη και δεν τους είχαν πει που θα γεμίσουν την δεξαμενή τους με νερό». «Και δεν ήταν μόνον αυτά! Έρχονταν πυροσβεστικά οχήματα άδεια από νερό ή άλλα που έρχονταν γεμάτα άδειαζαν πολύ γρήγορα και αργούσαν να γεμίσουν», είπε ο Α. Θεοδωρακόπουλος
«Και μόλις εξελίχθηκε την πυρκαγιά επικίνδυνα, σταμάτησε η ηλεκτροδότηση και έτσι σταμάτησαν και τα αντλιοστάσια για την παροχή νερού και οι γεννήτριες ήθελαν χρόνο για να δουλέψουν ώστε να γίνει κατορθωτό να αντλήσουμε νερό για τα πυροσβεστικά οχήματα!», υπογράμμισε με τόνο απελπισίας, για να καταλήξει ο Α. Θεοδωρακόπουλος: «Έτσι χάθηκε πολύτιμος χρόνος και κάηκαν τα δάση μας». «Λειτουργούσαμε με μόνον δυο κρουνούς, που βρίσκονταν στα όρια του Καπανδριτίου», σημείωσε ο αντιδήμαρχος Γιάννης Δήμας.
Κι ενώ ο τρόμος από την πύρινη λαίλαπα έχει περάσει, μικρές φλογίτσες ανάβουν ανάμεσα στα καμένα δέντρα με κάποιες εκατοντάδες αποκαμωμένους δασοπυροσβέστες να βρίσκονται σε επιφυλακή για να επεμβαίνουν άμεσα. Όμως, τίποτα δεν μπορεί να ξαναφέρει τα δέντρα πίσω, όπως και τα μελίσσια που καταστράφηκαν, ούτε τους μικρούς ελαιώνες. Μόνες ζωντανές οι αναμνήσεις των κατοίκων, οι αναμνήσεις μιας ζωής που για πολλούς από αυτούς θάφτηκε στην στάχτη και τα αποκαΐδια…
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Η ΑΥΓΗ”
Discussion about this post