Με τους επιστήμονες να κάνουν δυσοίωνες εκτιμήσεις για την συρρίκνωση της γόνιμης αγροτικής γης, λόγω της κλιματικής αλλαγής, προβλέποντας ακόμη και διατροφική κρίση έως το 2050 λόγω της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού της γης επί τάπητος θέτουν την αλλαγή τόσο του καταναλωτικού μοντέλου, όσο και των τρόπων σύνδεσης της έκλυσης των αερίων του θερμοκηπίου σε σχέση με το τελικό παραγόμενο προϊόν. Προτείνουν μάλιστα ένα μοντέλο επιβράβευσης του παραγωγού για την βελτίωση των τρόπων παραγωγής στην περίπτωση που η έκλυση των αερίων του θερμοκηπίου είναι χαμηλή.
Έχει υπολογιστεί ότι ο αγροτικός τομέας συμβάλλει κατά 4 γιγατόνους αερίων του θερμοκηπίου αυξάνοντας την θερμότητα του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από την μέση θερμοκρασία της προβιομηχανικής περιόδου. Για την διατήρηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου πρέπει αναλογικά να περιοριστεί η έκλυση αερίων του θερμοκηπίου από τον αγροτικό τομέα κάτω από τους 4 γιγατόνους κατ’ έτος, πράγμα που πρέπει να συνδυαστεί με την αναδάσωση εκατοντάδων εκταρίων.
Ακόμη και αν η αναδάσωση δεν είναι επαρκής, καθότι γίνεται με αργούς ρυθμούς, η αλλαγή του παραγωγικού προτύπου σε σχέση με την έκλυσης μπορεί να παίξει ρόλο, όπως λένε οι επιστήμονες στην τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΗΕ. Προτού όμως δούμε τι προτείνουν οι επιστήμονες σε σχέση με το παραγωγικό μοντέλο, ας δούμε τι ο καθένας από εμάς πόσους τόνους τροφίμων πετά στο καλάθι των αχρήστων, την ώρα μάλιστα που 820 εκατομμύρια πληθυσμός μαστίζεται από τον υποσιτισμό και την πείνα.
Πόση τροφή αχρηστεύεται
Οι επιστήμονες χαρακτηρίζουν ως πρόκληση τις απώλειες από τα παραγόμενα τρόφιμα που τελικά πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων. Σύμφωνα με την τελευταία μέτρηση που έκανε ο Παγκόσμιος Αγροτο-διατροφικός Οργανισμός (FAO) το 2009 περί το εν τρίτο των παραχθέντων τροφίμων που ζυγίστηκαν είτε χάθηκαν, είτε πετάχτηκαν στα σκουπίδια. Αντιστοιχώντας αυτή την απώλεια σε θερμίδες αντιστοιχεί στο 24% της παγκόσμιας τροφικής αλυσίδας και έχει χαθεί μεταξύ της φάρμας και του πηρουνιού, όπως λένε οι επιστήμονες. Το κόστος αυτής της απώλειας ανέρχεται σε ετήσια βάση στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια.
Να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ για μια μέση οικογένεια τεσσάρων ατόμων το κόστος των τροφίμων που πετιούνται στα σκουπίδια αγγίζει τα 1.500 δολάρια σε ετήσια βάση. Το αντίστοιχο κόστος στο Ηνωμένο Βασίλειο ανέρχεται για κάθε οικογένεια στα 700 δολάρια. Σε μελέτη που είχε γίνει στις ΗΠΑ ειδικά για τις απώλειες τροφίμων όσων επισκέπτονται τα εστιατόρια είχε υπολογιστεί ότι το 17% των καταναλωτών δεν τελειώνουν το φαγητό που αγοράζουν και οδηγείται στα σκουπίδια περί το 55% του φαγητού που τους έχει σερβιριστεί.
Οι απώλειες από την συγκομιδή έως το πιρούνι
Από την άλλη πλευρά, το πρόβλημα στην υποσαχάρια Αφρική εστιάζεται στην απώλεια για είδη μετά την συγκομιδή και σε κόστος αγγίζει τα 4 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια βάση. Σε κάποιες περιοχές της υποσαχάριας Αφρικής και της Νότιας Ασίας η απώλεια τροφίμων εντοπίζονται την περίοδο της συγκομιδής και της αποθήκευσης τροφίμων, πράγμα που μειώνει το εισόδημα των παραγωγών και την δυνατότητα να θρέψουν την οικογένειά τους. Σε κάποιες άλλες περιοχές συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής η αχρηστευμένη τροφή που φτάνει κοντά στο πηρούνι μπορεί να επηρεάσει τον ντόπιο πληθυσμό, ο οποίος αντιμετωπίζει επισφάλεια ως προς την σίτιση, όπου το φαγητό δεν διανέμεται δωρεάν.
Γενικότερα, η κατανομή των απωλειών σε τρόφιμα σε όλα τα επίπεδα της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων ποικίλει σημαντικά ιδίως μεταξύ των ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών. Πάνω από το 50% των απωλειών σε τρόφιμα εντοπίζονται στο στάδιο της κατανάλωσης κυρίως στη Βόρεια Αμερική, την Ωκεανία (Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία) και την Ευρώπη. Απεναντίας, οι απώλειες στο επίπεδο της παραγωγής και αποθήκευσης που αντιστοιχούν στα 2/3 του συνόλου των απωλειών εντοπίζονται στην Νότια και Νοτιοανατολική Ασία και στην υποσαχάρια Αφρική.
Όσο περισσότερο αναπτύσσονται οι χώρες, οι απώλειες τροφίμων μετακινούνται από το στάδιο της παραγωγής στο στάδιο της κατανάλωσης. Έτσι εκτιμάται ότι η απώλεια τροφίμων που είτε χάνονται είτε πετιούνται κυμαίνεται από 15 στο 25% σε διάφορες περιοχές με τα πρωτεία και κρατά η Βόρεια Αμερική και η Ωκεανία αγγίζοντας το 42% των απωλειών σε σχέση με το διαθέσιμο φαγητό.
Η νέα πρόταση
Η απώλεια τροφίμων κυρίως κατά την κατανάλωση συνιστά απώλεια πόρων και συνδέεται και με την έκλυση αερίων του θερμοκηπίου. Έτσι, οι επιστήμονες που συμμετείχαν στην μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΗΕ φέρνουν στην επιφάνεια ένα μοντέλο που θα συνδυάζει τον φόρο για την έκλυση άνθρακα, αλλά και ένα σύστημα κεφαλοποίησης και εμπορίου, που θα λειτουργεί ως κίνητρο τόσο για τον αγροτικό τομέα, όσο και για τις εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων. Για παράδειγμα, εταιρείες τεχνολογίας έχουν αναπτύξει πιο αποτελεσματικά λιπάσματα ή συμπληρώματα διατροφής, ώστε τα μηρυκαστικά που προορίζονται για την τροφή μας κατά τον χρόνο ζωής τους να παράγουν λιγότερο μεθάνιο. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι με την απορρόφηση αυτών των σκευασμάτων από τους ίδιους τους παραγωγούς αυτό το κόστος θα μπορούσε να λειτουργήσει ως φοροαπαλλαγή ή φοροελάφρυνση για τους ίδιους. Συνεπώς, εάν επιτυγχανόταν μείωση του τελικού κόστους για τον καταναλωτή, ο τελευταίος θα είχε μεγαλύτερο κίνητρο να στραφεί σε αυτό το προϊόν και άρα η αγορά θα στρεφόταν σταδιακά σε προϊόντα που παράγονται με την φιλοσοφία της χαμηλότερης έκλυσης αερίων του θερμοκηπίου.
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Η ΑΥΓΗ”
Discussion about this post