Το ερώτημα εάν το κράτος χρειάζεται επανίδρυση ή σημειακές ριζικές παρεμβάσεις στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του επανήλθε μετά το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς, καθώς αποδείχθηκε για μία φορά ακόμη ότι ταλαιπωρείται από χρονιές αθεράπευτες παθογένειες.
Πρόκειται για ένα ερώτημα που απασχόλησε την τελευταία συζήτηση που διοργάνωσε το Διοικητικό Επιμελητήριο Ελλάδος με τους εμπειρογνώμονες και τους ακαδημαϊκούς της διοικητικής επιστήμης να εκφράζουν τη βαθιά τους δυσθυμία για το γεγονός ότι διαχρονικά οι κυβερνήσεις δεν έδωσαν βάση ή αποστρέφονταν τον εκσυγχρονισμό του Κράτους.
Ο ομότιμος καθηγητής Αντώνης Μακρυδημήτρης επανέφερε την έννοια της «επανίδρυσης του Κράτους» η οποία γεννήθηκε 20 χρόνια πριν, αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε! Ο ίδιος επέμεινε ότι παραμένει επίκαιρη αναγκαιότητα για τον ριζικό εκσυγχρονισμό του Κράτους. Υπογράμμισε, μάλιστα, ότι το δυστύχημα στα Τέμπη επανέφερε το ζήτημα της επανίδρυσης του Κράτους γιατί «αποδείχθηκε ότι το υφιστάμενο κράτος είναι κούφιο και όχι μόνον στο ζήτημα του σιδηροδρόμου».
«Ζούμε μία τραγωδία και μετά την τραγωδία επέρχεται η κάθαρσις είτε δι’ ελέου, είτε δια φόβου και στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να επέλθει δια φόβου!», υπογράμμισε ο Αντ. Μακρυδημήτρης. «Όλοι γνωρίζουμε ότι το ανθρώπινο σφάλμα είναι αναπόφευκτο, αλλά η τραγωδία στα Τέμπη είναι κάτι διαφορετικό! Πρόκειται για μία βαρύτατη αβλεψία και συστηματική αμέλεια πολλών προσώπων», πρόσθεσε. Ειδικά για τον σταθμάρχη, ο Αντ. Μακρυδημήτρης εξήγησε ότι «η επαγγελματική ακαταλληλότητά του προκύπτει από την απουσία αξιοκρατίας και την κομματικοκρατία».
Ο ίδιος στηλίτευσε την συστηματική εγκατάλειψη του σιδηροδρομικού δικτύου εντοπίζοντας ταυτόχρονα «πολυδιάσπαση των υπηρεσιών του σιδηρόδρομου που έχουν περιέλθει σε διάφορα επιχειρηματικά συμφέροντα». «Απαιτείται αυτή τη στιγμή είναι ο κατάλληλος συντονισμός των υπηρεσιών και ως εκ τούτου απαιτείται ανασυγκρότηση των υπηρεσιών σιδηροδρόμου με άξονα την αναβάθμιση του και εν ολίγοις να προχωρήσουμε στην επανίδρυση του σιδηροδρόμου», υπογράμμισε ο Αντ. Μακρυδημήτρης. Σε αυτή την κατεύθυνση, πρότεινε να ονομαστούν οι σιδηροδρομικές γέφυρες και τα διάφορα τοπόσημα του σιδηροδρόμου με τα ονόματα των θανόντων δίνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα συμβολισμό για επανίδρυση, που να προσδιορίζεται από ριζικές αλλαγές».
Πιο εξειδικευμένη και εστιασμένη στο ζήτημα της επανίδρυσης του σιδηροδρόμου ήταν η τοποθέτηση του Δρ. Συνταγματικού Δικαίου και ερευνητή του Ινστιτούτου «ΕΝΑ», Απόστολου Παπατόλια. «Η αδιανόητη εξέλιξη στα Τέμπη δεν τραυματίζει απλώς την εικόνα μιας εκσυγχρονιστικής κυβέρνησης ή το αυτάρεσκο αφήγημα της ‘αυτοδύναμης Ελλάδας’, αλλά θρυμματίζει πλήρως το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο οργανωμένο κράτος ως συλλογικού εγγυητή της ασφάλειας και της ζωής τους», υπογράμμισε ο Απόστολος Παπατόλιας.
Ο ίδιος στηλίτευσε το γεγονός ότι: «Η αδυναμία του ΟΣΕ να αναλάβει πλήρως το οικονομικό κόστος όλων αυτών των εκτεταμένων παρεμβάσεων, στο πλαίσιο του διαθέσιμου προϋπολογισμού του, έχει οδηγήσει τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Οργανισμού στην προ διετίας αφοπλιστική διαπίστωση ότι ‘η συντήρηση δεν είναι προληπτική, αλλά διορθωτική’ δηλαδή ‘κατόπιν εορτής’ και αφού εκδηλωθεί το πρόβλημα».
Θίγοντας το ζήτημα της ασφάλειας της λειτουργίας του σιδηρόδρομου σε συνάρτηση με την επάρκεια του προσωπικού τόσο αριθμητική, όσο και ποιοτική ο Απ. Παπατόλιας υπογράμμισε ότι: «Η αξιολόγηση των κινδύνων της υποστελέχωσης στις κρίσιμες για την ασφάλεια διοικητικές επιχειρησιακές θέσεις εμπίπτει αδιαμφισβήτητα στους αυτοματισμούς ενός συστήματος ‘έγκαιρης προειδοποίησης’ με βάση το τρίπτυχο ‘προγραμματισμός – παρακολούθηση – αξιολόγηση’». «Είναι δε στοιχειώδες καθήκον του Κεντρικού Κράτους η διάγνωση ότι η αποψίλωση του προσωπικού ή η ανεπαρκής εκπαίδευσή του εγκυμονεί κινδύνους για την ασφάλεια των μεταφορών υπό την παρούσα κατάσταση του δικτύου και τις συγκεκριμένες συνθήκες εκτέλεσης του μεταφορικού έργου», υπογράμμισε ο Απ. Παπατόλιας.
Αναφερόμενος τον ασθενή εποπτικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία παρεμβαίνει «σε ορισμένες απολύτως οριακές περιπτώσεις, όπως η μακρόχρονη άρνηση της χώρας μας να συμμορφωθεί με συγκεκριμένες τυπικές προϋποθέσεις της ισχύουσας ενωσιακής νομοθεσίας (σύναψη συμφωνίας Δημοσίου – ΟΣΕ)», ο Απ. Παπατόλιας υπογράμμισε ότι αυτή η τακτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι αποτελεσματική, μιας που «ενώ διαθέτει υπέρογκα ποσά για τις ελληνικές σιδηροδρομικές μεταφορές, δεν επιχειρεί να καλύψει, με έναν άτυπο έστω τρόπο, αυτό το έλλειμμα προγραμματισμού, προκειμένου να εξασφαλίσει την πραγματική απόδοση των δημοσίων επενδύσεων».
Με δεδομένες τις συνθήκες, καθώς είμαστε αντιμέτωποι με ένα διασπασμένο σύστημα με ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες μεταφορικού έργου, ο Απ. Παπατόλιας πρότεινε «τον ρόλο του ‘ολοκληρωτή’ να αναλάβουν μόνο οι κεντρικοί θεσμοί ενός ‘Κράτους – Στρατηγείου’ που θα χαράσσουν την εθνική στρατηγική για τις επενδύσεις στον σιδηρόδρομο, θα προβαίνουν στην ιεράρχηση των χρηματοδοτήσεων, θα επεξεργάζονται τη συνολική στοχοθεσία για τον σιδηρόδρομο και θα εγγυώνται την ανταγωνιστική του παρουσία έναντι των άλλων μορφών μεταφορών».
Discussion about this post