Εκρηκτικές διαστάσεις παίρνει η ενεργειακή κρίση καθώς όλο και περισσότερα νοικοκυριά αδυνατούν να αποπληρώσουν τους λογαριασμούς τους, πράγμα που καθιστά το ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας σε κυρίαρχο για την επιβίωση εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών στην χώρα μας, που οδηγούνται σε βίαιη φτωχοποίηση. «Η ενεργειακή ένδεια/πενία έχει πολλαπλασιαστεί και αγγίζει πλέον ευρέα στρώματα του πληθυσμού», υπογραμμίζει στην ειδική έκθεσή του ο Συνήγορος του Πολίτη (ΣτΠ), προτείνοντας δέσμη μέτρων για την υποστήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών και την ταυτόχρονη ενίσχυση της κρατικής εποπτείας στην αγορά ενέργειας.
Εκτόξευση των αναφορών των πολιτών στον ΣτΠ
Μπορεί η ενεργειακή φτώχεια να μην είναι καινούργιο φαινόμενο, αλλά σύμφωνα με τον ΣτΠ είναι αλματώδης η αύξηση των αναφορών που έχουν κατατεθεί από πολίτες στην Ανεξάρτητη Αρχή από το 2015 έως το πρώτο εξάμηνο του 2022, πράγμα που καταδεικνύει το εύρος του προβλήματος για χιλιάδες νοικοκυριά. Ενώ, λοιπόν, το 2015 το ζήτημα των χρεώσεων της ΔΕΗ και των συνεπειών της ρευματοκοπής απασχολούσε την Ανεξάρτητη Αρχή κατά 17,7% επί του συνόλου των αναφορών που δεχόταν και σταδιακά καταγραφόταν αύξηση έως και 29,9% το 2021. Πλέον, όμως, αλματώδης είναι η αύξηση των αναφορών από πολίτες για την ΔΕΗ, καθώς το πρώτο εξάμηνο του 2022, σε σύνολο 1.784 αναφορών το 37,4% αφορά το ζήτημα της ηλεκτροδότησης από την ΔΕΗ.
Αδυναμία εξόφλησης λογαριασμών
Σύμφωνα με τον ΣτΠ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 καταγράφεται αύξηση των αναφορών για την ΔΕΗ κατά 7,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αναφορών (49%) αποδίδεται σε αδυναμία εξόφλησης λογαριασμών, στην οποία εντάσσονται και οι ρευματοκλοπές, διακοπή σύνδεσης λόγω οφειλής, αμφισβήτηση χρεώσεων ΥΚΩ και ρυθμιζόμενων χρεώσεων, διαμαρτυρία για μετακύλιση οφειλής ρεύματος από ενοικιαστή σε ιδιοκτήτη, υπέρογκοι λογαριασμοί και αδυναμία πληρωμής αυτών, αιτήματα ευνοϊκότερων διακανονισμών, εσφαλμένη τιμολόγηση (σταθερό και κυμαινόμενο τιμολόγιο). Μια δεύτερη κατηγορία κακοδιοίκησης που καταγράφεται μέσω των αναφορών αφορά σε δυσλειτουργίες του ΔΕΔΔΗΕ (25%), στις οποίες περιλαμβάνονται: καθυστερήσεις αρχικής ηλεκτροδότησης και επανασυνδέσεων λόγω διακοπής ή μετά από ρυθμίσεις οφειλής, καθυστερήσεις μετρήσεων, υπερβολική καθυστέρηση ανταπόκρισης σε αιτήματα αντικατάστασης μετρητών, μη ανταπόκριση σε αιτήματα αποζημίωσης ηλεκτρικών συσκευών λόγω βλάβης. Ένα ποσοστό 15% αφορά στα ευάλωτα νοικοκυριά και στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (Κ.Ο.Τ.), το 2% στα δημοτικά και λοιπά τέλη, που συμπεριλαμβάνονται στα τιμολόγια του ρεύματος, ενώ το 2% που καταγράφεται ως φυσικό αέριο, μέχρι το τέλος του 2021 αφορούσε τεχνικής φύσεως ζητήματα.
Η ενεργειακή φτώχεια δεν είναι καινούργιο φαινόμενο
Όπως τονίζει ο ΣτΠ «δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για μία ενεργειακή ένδεια/πενία, η οποία έχει πολλαπλασιαστεί και αγγίζει πλέον ευρέα στρώματα του πληθυσμού». «Θα ήταν λάθος, όμως, να θεωρήσουμε ότι το πρόβλημα της ενεργειακής ένδειας εμφανίστηκε μόλις το 2021», υπογραμμίζει ο ΣτΠ επισημαίνοντας ότι «ήδη από το 2015, στο πλαίσιο έρευνας, που διεξήγαγε ο Συνήγορος του Πολίτη, για τα προβλήματα της καθημερινής ζωής στους δήμους Αθηναίων, Νίκαιας, Περάματος και Αγίου Ιωάννη Ρέντη, είχε διαπιστώσει ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων είχαν δηλώσει ότι δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ψύξη/θέρμανση, λόγω οικονομικής δυσκολίας και να ανταπεξέλθουν στις χρεώσεις».
Οι ρευματοκλοπές
Αναφερόμενος στο φαινόμενο των ρευματοκλοπών, που την περίοδο της οικονομικής κρίσης ήταν σε έξαρση, ο ΣτΠ επισημαίνει ότι όταν αυτό εντοπιζόταν οι παραβαίνοντες υπάγονταν σε καθεστώς δυσμενέστερων όρων διακανονισμού. Το ίδιο το φαινόμενο των ρευματοκλοπών «έχει αναδειχθεί σε έναν ακόμα παράγοντα αύξησης των χρεώσεων καθώς ένα μέρος της οικονομικής ζημίας των προμηθευτών μετακυλίεται στους καταναλωτές». «Ωστόσο, ο κυριότερος λόγος για τον οποίο οι πολίτες καταφεύγουν στον Συνήγορο του Πολίτη σε περιπτώσεις καταλογιζόμενης ρευματοκλοπής είναι η αμφισβήτηση του ίδιου του γεγονότος, καθώς ο ΔΕΔΔΗΕ θεωρεί καταχρηστικά την κάθε ένδειξη παραβίασης του μετρητή (ακόμα και του κιβωτίου αυτού) ως επαρκή ένδειξη για να καταλογίσει ρευματοκλοπή», εξηγεί η Ανεξάρτητη Αρχή.
Οι χρεώσεις υπέρ τρίτων
Επιστρέφοντας, πάντως, στο ζήτημα των χρεώσεων των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας, που πλέον δεν είναι «οικονομικά προσιτά» και για έναν ακόμη λόγο, όπως επισημαίνει ο ΣτΠ που επαφίεται στις χρεώσεις υπέρ τρίτων. «Τα ποσά αυτά επιβαρύνουν υπέρμετρα το συνολικό λογαριασμό και δυσχεραίνουν έτι περαιτέρω τη συνεπή εξόφλησή του ειδικότερα από τα ευάλωτα νοικοκυριά», υπογραμμίζει ο ΣτΠ. Στην παρούσα φάση, μάλιστα, η εκτίναξη των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τα τιμολόγια του πόσιμου νερού, ούτε από την συνολική παραγωγική δραστηριότητα, η οποία χειμάζεται και από την εκτίναξη του πληθωρισμού, καθιστώντας όλο και περισσότερους πολίτες ευάλωτους.
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Η ΑΥΓΗ”
Discussion about this post