Έκκληση στην παγκόσμια κοινότητα να στραφεί στα βιοχημικά προϊόντα απευθύνει το περιβαλλοντικό τμήμα του ΟΗΕ (UN Environment), καθώς οι αυξημένες ανάγκες σε χημικά προϊόντα και κυρίως πλαστικά θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του πλανήτη.
Η έκκληση γίνεται εντονότερη καθώς η προοπτική αύξησης του πληθυσμού έως το 2050 η αύξηση της κατανάλωσης και οι στεγαστικές ανάγκες θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ζήτηση χημικών υλικών, που όμως μολύνουν το περιβάλλον την ανθρώπινη υγεία, ενώ η εξάπλωση βλαβερών ουσιών επηρεάζει την ποιότητα του εδάφους και των υδάτων συμβάλλοντας στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Αυξημένη η ζήτηση χημικών υλών έως το 2050
Στην έκθεσή του το UN Environment σημειώνει ότι έτος – σταθμός είναι το 2030, οπότε εκτιμάται ότι 5,3 δισεκατομμύρια του πληθυσμού θα αναρριχηθούν στη μεσαία τάξη και τότε οι ανάγκες που θα διαμορφωθούν στην αγορά των χημικών θα είναι ενισχυμένες από πλαστικές φιάλες και άλλες σκεύη μέχρι υλικά για την κατασκευή νέων κτηρίων.
Η αστυφιλία παίζει κομβικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη. Ήδη από το 2008 διαπιστώνεται παγκοσμίως μαζική μετακίνηση του πληθυσμού από τις αγροτικές περιοχές στις αστικές, γεννώντας νέες ανάγκες για υποδομές. Τότε ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία παγκοσμίως περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν σε αστικές περιοχές απ’ ό,τι σε αγροτικές και αυτή η τάση αναμένεται να ενταθεί έως το 2050, οπότε εκτιμάται ότι το 66% του πληθυσμού θα ζει σε αστικές περιοχές.
Ειδικά για την Κίνα εκτιμάται ότι το 2050 θα απαιτηθεί η στέγαση για 292 εκατομμύρια νέους κατοίκους των αστικών περιοχών, ενώ στην Ινδία θα απαιτηθεί η στέγαση για 404 εκατομμύρια νέους κατοίκους των αστικών κέντρων.
Με συνέργεια των ερευνητών…
Με βάση αυτά τα δεδομένα υπολογίζεται ότι έως το 2050 η κατανάλωση υλικών και χημικών υλών θα εκτιναχθεί από τους 40 εκατομμύρια τόνους που είναι σήμερα στους 90 εκατομμύρια τόνους.
“Οι προκλήσεις για τη χημική βιομηχανία θα είναι μεγάλες, καθώς εξαρτάται από τα συστατικά των χημικών ουσιών να μην προκύψουν κίνδυνοι ρύπανσης του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας” επισημαίνει η έκθεση του UN Environment εκτιμώντας, πάντως, ότι “σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας, αναμένεται αφενός να προκύψουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες για την παραγωγή ασφαλέστερων προς το περιβάλλον οικοδομικών υλικών, αφετέρου να ακολουθηθεί η περιβαλλοντική νομοθεσία που απαγορεύει για παράδειγμα τη χρήση αμιάντου”.
Μένει, βέβαια, να γίνουν εντατικές έρευνες για τα υλικά και τις χημικές ουσίες που προκαλούν βλάβη σε αναπαραγωγικά, ενδοκρινικά, ανοσοποιητικά συστήματα του ανθρώπου, όπως και έρευνες πεδίου για τις επιπτώσεις χημικών ουσιών σε φυτά και ζωντανούς οργανισμούς.
Φόβος για τα συχνά χημικά ατυχήματα
Την ίδια ώρα η ανάγκη αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής παραμένει διαρκής. Άλλωστε η χημική βιομηχανία είναι ένας από τους βασικότερους ρυπαντές που ευθύνονται για την έκλυση αερίων του θερμοκηπίου. Επίσης ευθύνεται για τα όλο και συχνότερα χημικά ατυχήματα, που λειτουργούν ως καταστροφείς της φύσης.
Τούτων δοθέντων, το UN Environment υποστηρίζει ότι η χημική βιομηχανία μπορεί μέσω της καινοτομίας να παραγάγει υλικά που θα συμβάλουν στη μείωση της έκλυσης διοξειδίου του άνθρακα και λοιπών ρυπαντών. Προκρίνει, μάλιστα, στη στροφή στη βιοτεχνολογία για τη μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος δίνοντας το παράδειγμα της στροφής στην παραγωγή βιοκαυσίμων και των λεγόμενων οικολογικών υλικών.
Ο ρόλος του τομέα κατασκευών
Όμως οι προκλήσεις είναι μεγάλες με δεδομένο ότι στο μεσοδιάστημα ο τομέας των κατασκευών θα συνεχίσει να καταγράφει ανοδική τάση της τάξεως του 3,5% σε ετήσια βάση. Η δε χημική βιομηχανία που συνδέεται με οικοδομικά υλικά φαίνεται από το 2018 έως το 2023 να καταγράφει ετήσια αύξηση κατά 6,2% στο σκέλος της παραγωγής. Μεγάλη ζήτηση οικοδομικών υλικών εντοπίζεται σε Ασία και Αφρική λόγω της εντεινόμενης επέκτασης των αστικών κέντρων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, έως το 2030 ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Ηνωμένο Βασίλειο, Μεξικό, Καναδάς και Νιγηρία θα συγκεντρώσουν το 70% της παγκόσμιας κατασκευαστικής δραστηριότητας. Έτσι η παγκόσμια αγορά κατασκευαστικών υλικών αναμένεται να αυξάνεται κατά 9% σε ετήσια βάση με προοπτική ο τζίρος της έως το 2024 να αγγίξει τα 50 δισ. ευρώ.
Οι ανθρώπινες απώλειες
Το UN Environment υπενθυμίζει, πάντως, ότι μεγάλη γκάμα κατασκευαστικών υλικών είναι διαπιστωμένα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία. Ειδικά για τον αμίαντο το UN Environment επικαλείται μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας σύμφωνα με τις οποίες περίπου 125 εκατομμύρια άνθρωποι είναι εκτεθειμένοι στον αμίαντο και σε ετήσια βάση 107.000 άνθρωποι πεθαίνουν από επαγγελματικές ασθένειες που σχετίζονται με τον αμίαντο. Τα δε υλικά PVC έχει διαπιστωθεί ότι είναι υπαίτια για την πρόκληση άσθματος.
Γι’ αυτό αποτελεί ζητούμενο η στροφή σε ασφαλέστερα υλικά για την ανθρώπινη υγεία. Παρότι η στροφή γίνεται αργούς ρυθμούς, εκτιμάται ότι, με έτος αναφοράς το 2016, η προοπτική είναι έως το 2022 να έχει καταγραφεί σε αυτή την αγορά ένας σύνθετος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης (CAGR) της τάξεως του 11,9%.
Ωστόσο δεν είναι αρκετή η στροφή σε ασφαλέστερα υλικά βιοχημικής σύνθεσης. Μελέτες μεγάλης κλίμακας δείχνουν ότι οι θάνατοι λόγω επιβάρυνσης του περιβάλλοντος από τα χημικά υλικά είναι αυξημένοι, ενώ το κόστος απώλειας υγιούς ζωής για κάθε χρόνο αντιστοιχεί στο 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Αυτό το κόστος απώλειας υγιούς ζωής για κάθε χρόνο (DALY) σχετίζεται με την νευροτοξικά στοιχεία, την ατμοσφαιρική ρύπανση και χημικές ουσίες που προκαλούν ενδοκρινικές διαταραχές.
Εκτιμάται ότι το κόστος της αδράνειας έναντι της αντιμετώπισης της χημικής μόλυνσης κοστίζει πολύ ακριβά κυρίως σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο κατά κεφαλήν εισόδημα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το κόστος για νευρο-συμπεριφορικές ασθένειες, που εκδηλώνονται σε διάφορες μορφές όπως ο αυτισμός, ανέρχεται σε 150 δισ. δολάρια τον χρόνο.
Το κόστος για τις αναπαραγωγικές δυσλειτουργίες των ανδρών ανέρχεται σε ετήσια βάση στα 15 δισ. ευρώ και οι αντίστοιχες των γυναικών στο 1,5 δισ. ευρώ. Τέλος, έχει υπολογιστεί ότι το 92% των θανάτων που σχετίζονται με το μολυσμένο περιβάλλον συμβαίνει σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο κατά κεφαλήν εισόδημα.
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Η ΑΥΓΗ”
Discussion about this post